Σελίδες

Ιστορία και Πολιτική

Ιστορία και Πολιτική

Κυριακή 28 Ιουνίου 2015

Ο CARL SCHMITT ΚΑΙ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟ



            Αφορμή αυτού του κειμένου στάθηκε το πρόσφατο περιστατικό με την ανάρτηση σε ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης γελοιογραφιών του γνωστού σκιτσογράφου Αρκά και των αντιδράσεων που προκάλεσαν. Δυστυχώς δεν είναι το μοναδικό. Είχαν προηγηθεί άλλα, τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου με παρόμοιο θλιβερό και συνωμοσιακό πνεύμα. Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και οι δηλώσεις της Προέδρου της Βουλής για τα κίνητρα των πολιτών που συμμετείχαν στη διαδήλωση «Μένουμε Ευρώπη».


             Από τα περιστατικά αυτά γίνεται φανερό ότι ορισμένα δικαιώματα, από αυτά που ήδη στον καθημερινό λόγο χαρακτηρίζουμε φιλελεύθερα, είναι αντικείμενο συζήτησης και όχι βεβαιότητες στον σύγχρονο ελληνικό πολιτικό διάλογο. Κάποιος θα έλεγε ότι είναι λογικό, και ίσως αναμενόμενο, ένα κόμμα που διακηρύσσει καταστατικά την αριστερή ριζοσπαστικότητά του να μην αποδέχεται ορισμένες αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού. Ίσως να είναι έτσι. Όμως εδώ γίνεται προσπάθεια να αναθεωρηθεί άρδην η νοηματοδότηση βασικών εννοιών του πολιτικού μας λεξιλογίου. «Πολιτική» δεν είναι πια το σύνολο των απαιτούμενων ενεργειών για να βρεθεί το σημείο ισορροπίας ανάμεσα σε δυο διαφορετικές απόψεις, αλλά η περιχαράκωση και η ενδυνάμωση αυτής της διαφοράς. «Δημοκρατία» δεν νοείται πια το δικαίωμα του κάθε πολίτη να έχει γνώμη για τα πολιτικά πράγματα και να την εκφράζει ελεύθερα, αλλά η δημιουργία μιας πολιτικής κοινότητας που θέτει αυστηρούς όρους ως προς το ποιος ανήκει σε αυτήν και ποιος όχι. Και όλα αυτά γίνονται με την επίκληση του ονόματος του λαού. Προσωπικά, δεν πιστεύω ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με κάποιο είδος αριστερής ριζοσπαστικότητας, αλλά με ορισμένες θεμελιακές αρχές εκείνου του πολιτικού ρεύματος που ονομάζεται συντηρητισμός.

            Αυτός ο προβληματισμός ήταν η αφορμή για να παρουσιάσω συνοπτικά σε αυτό το άρθρο τις απόψεις μιας επιφανούς προσωπικότητας του συντηρητικού χώρου, η οποία όμως δεν είναι ευρέως γνωστή στην Ελλάδα, του Γερμανού νομικού και πολιτικού επιστήμονα Carl Schmitt. Μάλιστα, φέτος συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από το θάνατό του.

Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ.




Πέμπτη 25 Ιουνίου 2015

THE THEORY OF NATURAL RIGHTS


According to John Locke's political philosophy

by Stavroula Fountanopoulou



A number of times throughout history, tyranny has stimulated breakthrough thinking about liberty. This was certainly the case in England with the mid-seventeenth-century era of repression, rebellion, and civil war. There was a tremendous outpouring of political pamphlets and tracts. At this point of history the theory of natural rights became very popular.

A definition of natural rights

            Natural rights are the pre-political rights individuals possess in the absence of established political authority, that is in the state of nature. The modern idea of natural rights grew out of the ancient and medieval doctrines of natural law, i.e., the belief that people, as creatures of nature and God, should live their lives and organize their society on the basis of rules and precepts laid down by nature or God. With the growth of the idea of individualism, especially in the 17th cent., natural law doctrines were modified to stress the fact that individuals, because they are natural beings, have rights that cannot be violated by anyone or by any society. Different versions of this argument were generated by different lists of natural rights and different conceptions of the state of nature. Perhaps the most famous formulation of this doctrine is found in the writings of John Locke.

Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ.

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2015

ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (Β' ΜΕΡΟΣ)



2.  1922 - 1940: Η δημιουργία της εργατικής κοινής γνώμης.

 του ΚΩΣΤΑ ΦΟΥΝΤΑΝΟΠΟΥΛΟΥ


            Η τρίτη φάση στη συγκέντρωση της εργατικής δύναμης στις ελληνικές πόλεις ξεκινά με τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η παρουσία των προσφύγων άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο για τη χώρα προκαλώντας αλλαγές και μετασχηματισμούς σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής, στη χωροταξική ανάπτυξη των πόλεων, ακόμη και στη στρατηγική του εργατικού κινήματος. Οι πρόσφυγες προμήθευσαν τις πόλεις με εργατική δύναμη χωρίς αγροτικούς δεσμούς και δυνατότητα επιστροφής στο χωριό, γι’ αυτό το 1922 πρέπει να θεωρηθεί τομή μεταξύ της δεύτερης και της τρίτης φάσης. Η σταθεροποίηση όμως του εργατικού δυναμικού στις πόλεις δεν ευνόησε τελικά την οργανωτική ανάπτυξη των συνδικάτων. Η συνδικαλιστική ενότητα της προηγούμενης φάσης, όπου τουλάχιστον είχε επιτευχθεί, κατακερματίστηκε. Διαμορφώθηκαν πάρα πολλά σωματεία, τα περισσότερα από διασπάσεις παλαιοτέρων. Ακόμη και οι καλύτερα οργανωμένοι επαγγελματικοί κλάδοι όπως οι καπνεργάτες και οι σιδηροδρομικοί δεν έμειναν ανεπηρέαστοι: ο συνδικαλιστικός τους χώρος κατακλύσθηκε από δεκάδες ομοειδή σωματεία. Οι πρόσφυγες φαίνεται ότι συνέβαλαν καταλυτικά σε αυτή την εξέλιξη, καθώς η παρουσία τους συνοδεύτηκε από υπερπροσφορά ανειδίκευτης κυρίως εργασίας, από έντονη δημοσιονομική αστάθεια, από υψηλό πληθωρισμό που περιόριζε την αγοραστική δύναμη του εργατικού εισοδήματος και από έντονη και διαρκή ανεργία. Τα δεδομένα αυτά ευνόησαν τους εργοδότες έναντι των εργατών και τους έδωσαν τη δυνατότητα να αμφισβητήσουν τις εργατικές κατακτήσεις της προηγούμενης περιόδου.

Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ.

Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΙΟ



            Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι βαθμοί των πανελλαδικών εξετάσεων του 2015 δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί. Οι πληροφορίες όμως που υπάρχουν διαθέσιμες από μερικά βαθμολογικά κέντρα δεν μας αφήνουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας σχετικά με την ιστορία κατεύθυνσης. Όπως φαίνεται, οι βαθμολογικές επιδόσεις των μαθητών θα είναι εξίσου απογοητευτικές με τις περσινές, όπως και με τις προπέρσινες και της προηγούμενης χρονιάς κ.ο.κ.
 Για του λόγου το αληθές, παραθέτω διάγραμμα των περσινών πανελλαδικών μαθητικών επιδόσεων στην ιστορία κατεύθυνσης συγκριτικά με τις επιδόσεις του σχολείου στο οποίο εργάζομαι. Όπως ευκρινώς φαίνεται από αυτό, η αποτυχία των μαθητών στο μάθημα πανελλαδικά κινείται στα επίπεδα του 50%, ή, με άλλα λόγια, ένας στους δυο μαθητές πέρσι έγραφε στην ιστορία κάτω από τη βάση. Στο δικό μου σχολείο, μια μεσαίου μεγέθους επαρχιακή, περιφερειακή μονάδα, εφτά στους δέκα έγραφαν κάτω από τη βάση. Ας σκεφτούμε μάλιστα ότι αυτά συμβαίνουν σε ένα μάθημα που έχει συντελεστή βαρύτητας για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο και, επομένως, οι μαθητές θεωρητικά ετοιμάζονται για τις εξετάσεις του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Αν οι βαθμολογικές επιδόσεις σε ένα τέτοιο μάθημα είναι αυτές, μπορούμε να φανταστούμε ποια κατάσταση επικρατεί με τη διδασκαλία της ιστορίας στις άλλες τάξεις του λυκείου (και του γυμνασίου).

Υπάρχει λοιπόν πρόβλημα με τη διδασκαλία της ιστορίας. Τι φταίει γι’ αυτό; Πού οφείλεται η μαζική αποτυχία; Γιατί το μάθημα της ιστορίας στο σχολείο αφήνει αδιάφορους τους μαθητές μας; Τα ερωτήματα έχουν τεθεί πολλές φορές, αλλά μέχρι τώρα δεν έχουν απαντηθεί ικανοποιητικά. Η αδυναμία να δοθεί απάντηση δείχνει ότι το πρόβλημα χρειάζεται οριοθέτηση. Κατά τη γνώμη μου, η προβληματική διδασκαλία του μαθήματος στο σχολείο ορίζεται από τέσσερις παραμέτρους.

Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ.

Σάββατο 6 Ιουνίου 2015

THE THEORETICAL PROBLEM OF THE FOUNDATION OF MODERN STATE



An approach based on the theory of “social contract” by Th. Hobbes and J. Locke.

by Stavroula Fountanopoulou

Thomas Hobbes and John Locke are two English political philosophers who highly influenced the contemporary political science. Their political thought has a lot of things in common. But also there are a lot of things that separate them.

1. THE POLITICAL PHILOSOPHY OF HOBBES.
Thomas Hobbes lived in England in the 17th century. His book titled Leviathan or the Matter, Form and Power of a Commonwealth Ecclesiastical and Civil (1651) is an early form of the social contract theory. In this work, Hobbes concludes that we must surrender to the authority of a monarch, no matter how authoritarian he could be.

1.1 THE HISTORICAL CONTEXT
Hobbes wrote his main work just after the end of the English civil war, which took place from 1642 to 1648 between the supporters of the monarchy of Charles A’ and the supporters of the Parliament led by Oliver Cromwell. The philosopher supports the ideas of the monarchists, who wanted a government with unlimited power. Thats why his work is called Leviathan, to indicate his perception of a powerful state as a mighty monster. In the Bible, in the book of Job, Leviathan is the monster which ruled the chaos. (Burns et al. 1973, 258).

1.2 THE SOCIAL CONTRACT THEORY
Hobbes tried to find the principles that will shape the civil society without destroying it. Unfortunately he is very pessimist about human nature. Man in the state of nature, which is called by Hobbes condition of mere nature” (Hobbes 1839, 343), has unlimited freedom but he is in a state of fear and insecurity (Hobbes 1839, 110). He is motivated primarily by his personal interest: So that in the nature of man, we find three principal causes of quarrel. First competition; secondly, diffidence; thirdly, glory” (Hobbes 1839, 112). But this is in contrast with the interests of other people; thus, conflicts are emerged, a state of war, where “every man is enemy to every man” (Hobbes 1839, 113).
Fortunately the nature has gifted the man the desire to seek peace and to do those things necessary to secure it. Hobbes calls this capability Laws of Nature” (Hobbes 1839, 116). The social contract arises from the need to put an end at this “state of war”. People mutually agree to transfer their individual power to a person or a group of persons. Mutuality is the key term of the social contract: The mutual transferring of right, is that which men call «contract»” (Hobbes 1839, 120). The government is legitimate as long as it protects those who have consented to obey it. For this reason, has the absolute power. Arbitrariness is not a reason for a government to be overthrown, because the existence of people later on will be worse: “In such condition, there is no place for industry; because the fruit thereof is uncertain: and consequently no culture of the earth; no navigation, nor use of the commodities that may be imported by sea; no commodious building; no instruments of moving, and removing, such things as require much force; no knowledge of the face of the earth; no account of time; no arts; no letters; no society; and which is worst of all, continual fear, and danger of violent death; and the life of man, solitary, poor, nasty, brutish, and short” (Hobbes 1839, 113)

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2015

ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (Α' ΜΕΡΟΣ)



1870 - 1922: «Η πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου».


            Οι πρώτες εργατικές οργανώσεις στην Ελλάδα εμφανίστηκαν στην εικοσαετία 1870 - 1890 ως αποτέλεσμα της βιομηχανικά αναπτυσσόμενης οικονομίας της χώρας. Η ιστορία του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος άρχισε από την Ερμούπολη, διότι η πρωτεύουσα της Σύρου ήταν το μεγαλύτερο εμπορικό και βιοτεχνικό κέντρο της Ελλάδας μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1870. Τα περισσότερα σωματεία της περιόδου συγκροτήθηκαν από τεχνίτες που εργάζονταν αυτόνομα (ράφτες, υποδηματεργάτες) ή με συμβάσεις έργου (ξυλουργοί) και προέκυψαν μετά τις πρώτες εργατικές απεργίες που εκδηλώθηκαν την ίδια περίοδο στη Σύρo, την Αθήνα, το Λαύριο και τον Πειραιά. Ο δρόμος ωστόσο για την πολιτική αυτονόμηση των εργατών ήταν ακόμη μακρύς. Οι απεργίες ήταν λίγες σε αριθμό, περιορισμένες σε συμμετοχή και μικρές σε χρονική διάρκεια. Δεν είχαν οργάνωση ούτε σαφή διεκδικητικό χαρακτήρα. Αλλά και τα σωματεία που προέκυψαν από αυτές ήταν συνήθως μεικτά, δηλαδή αποτελούνταν από εργάτες και εργοδότες μαζί. Τα μέλη τους δεν ήταν σταθερά ενώ ο σκοπός τους ήταν αλληλοβοηθητικός, όμως μ’ ένα πνεύμα φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης.
            H οργάνωση και λειτουργία αυτών των πρώτων συνδικαλιστικών οργανώσεων επηρεάστηκαν καίρια από τον προσωρινό χαρακτήρα που είχε η αγροτική έξοδος στην Ελλάδα. Ο Αντώνης Λιάκος έδειξε ότι η συγκέντρωση των εργατών στις πόλεις δεν ήταν μια γραμμική πορεία μετανάστευσης του εργατικού δυναμικού από τα χωράφια στα εργοστάσια, αλλά μια σύνθετη διαδικασία μετακίνησης προς τις πόλεις και επιστροφής στο χωριό που ολοκληρώθηκε σε τρεις φάσεις.[i] Η πρώτη φάση καλύπτει χρονικά το δεύτερο μισό του 19ου αι. και έχει ως κύριο χαρακτηριστικό της την προσωρινή παραμονή των χειρωνακτών εργατών στις πόλεις, για τόσο χρόνο όσο χρειάζεται να συγκεντρωθεί το επιθυμητό χρηματικό ποσό που θα συμβάλλει στην επιβίωση της οικογένειας στο χωριό. Πρόκειται δηλαδή για διπλή εξάρτηση του εργατικού δυναμικού από τις δραστηριότητες και του αγροτικού και του αστικού τομέα της οικονομίας. Το αποτέλεσμα αυτής της διαρκούς μετακίνησης ήταν η περιοδικότητα και η εποχικότητα της εργασίας. Εξαιτίας τους μικρός μόνον αριθμός πρώην αγροτών συγκεντρώθηκε στις βιομηχανίες, αντίθετα οι περισσότεροι ασχολήθηκαν με το μικρεμπόριο ή αυτοαπασχολούνταν στα δικά τους μικρά εργαστήρια. Το γεγονός αυτό δεν ευνόησε την ανάπτυξη του βιομηχανικού συνδικαλισμού, ενώ και τα σωματεία των επαγγελματιών δεν μπορούσαν να σταθεροποιήσουν τα μέλη τους για μεγάλο χρονικό διάστημα.

 Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ.


[i] Α. Λιάκος, Εργασία και πολιτική στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Το Διεθνές Γραφείο Εργασίας και η ανάδυση των κοινωνικών θεσμών, Αθήνα, Ίδρυμα Έρευνας και Παιδείας της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος, 1993, σελ. 85-88.